Το ευρώ είναι το νόμισμα που εκδίδει η ΕΚΤ σε τόση ποσότητα, που ποτέ να μην μπορεί να ξεπερνά ένα όριο πληθωρισμού 2%, και έτσι στο διηνεκές να έχει σταθερή αξία. Είναι η νεώτερη εκδοχή του κανόνα του χρυσού, ενός βαρβαρικού κατάλοιπου.
Στο πλαίσιο αυτό, αν μια κυβέρνηση ευρωπαϊκή, έχει ανάγκη από πιο πολλά ευρώ, για να χρηματοδοτήσει ένα νέο πρόγραμμα ή να αποπληρώσει παλαιά της δάνεια, τότε αυτά θα τα βρει είτε από την αύξηση των φόρων είτε από την αύξηση του δανεισμού.
Με άλλα λόγια η κυβέρνηση μέσω των φόρων αφαιρεί χρήμα από τον ιδιωτικό τομέα που μετά υποτίθεται ότι θα τα δαπανήσει σε διάφορα προγράμματα υγείας, παιδείας, άμυνας, κοινωνικών παροχών κα. Με την έκδοση ομολόγων δανεισμού, η κυβέρνηση ‘πουλάει’ στον ιδιωτικό τομέα και στους ξένους τον ‘δανεισμό’ της, με την προσδοκία αυτοί κάποτε να αποπληρωθούν και με τόκο.
Και στις δυο περιπτώσεις η κυβέρνηση βρίσκει χρήμα από τον ιδιωτικό τομέα, ντόπιο ή ξένο για να τιμήσει τις υποχρεώσεις της.
Αυτό το μοντέλο είναι σε όλους μας πολύ οικείο. Είναι το μοντέλο μιας οικογενείας. Πάμε στη δουλεία και εισπράττουμε το μισθό μας. Με βάση αυτό το έσοδο, καλύπτουμε τα έξοδα μας, αποπληρώνουμε τυχόν δάνεια που είχαμε συνάψει στο παρελθόν, και αν μπορούμε αποταμιεύουμε και ένα πόσο. Αν τα έσοδα μας δεν είναι αρκετά να τιμήσουμε τις υποχρεώσεις μας, περικόπτουμε τις δαπάνες μας, επιβάλουμε λιτότητα στον εαυτό μας, και υπάρχει περίπτωση σαν νοικοκυριό να πτωχεύσουμε.
Κατά συνέπεια, αφού το χρήμα έγινε ιδιωτικό, το ευρώ είναι ιδιωτικό, κράτος και οικογένεια έγιναν ίδια, είναι ιδιώτες.
Ως πολίτες λοιπόν, ως κυβερνητικοί παράγοντες, ως επιχειρηματίες, ως εργαζόμενοι, τα ελλείμματα του δημοσίου πρέπει να μας φοβίζουν. Και ως προς το μέγεθος τους και ως προς τον ρυθμό που αυξάνουν σε σχέση με το ΑΕΠ. Αν οι υποχρεώσεις του κράτους αυξάνουν τότε η λιτότητα, ο περεταίρω δανεισμός και η αυξημένη φορολογία είναι μονόδρομος. Υπάρχει ακόμα η ισχυρή πιθανότητα το κράτος να πτωχεύσει από χρέη, και έτσι οι δαπάνες για συντάξεις, μισθούς, υγείας παιδείας, υποδομών να μην μπορούν να πια πραγματοποιηθούν, παρά την επί πλέον φορολογία, και όσο η φοροδοτική ικανότητα εξαντλείται το κράτος ως οντότητα να καταρρεύσει.
Δεν γνωρίζω κατά πόσο όλοι είχαμε φόβους αυτό να επισυμβεί υπό το καθεστώς του ευρώ, αλλά οι φόβοι αυτοί για όσους τους είχαν, πλήρως υλοποιήθηκαν. Δεν γνωρίζω τι είχαν κατά νου οι κύριοι Σημίτης και Παπαδήμας όταν την 1η Ιανουαρίου του 2002 μετέτρεπαν ένα χρέος 100% από ελληνικές δραχμές σε ευρώ, για το πώς αυτό θα αποπληρωνόταν σε ξένο νόμισμα. Είχαν κάνει την χώρα τόσο πολύ εξαγωγό προηγμένης τεχνολογίας;
Σήμερα καμία δαπάνη πια του δημοσίου δεν είναι εγγυημένη, ούτε στο εγγύς μέλλον, οι ξένοι πιστωτές απαιτούν πια και τα σπίτια μας, τα φορολογικά βάρη αυξάνονται, και το μέλλον φαίνεται να είναι ακόμα πιο επαχθές με περισσότερη λιτότητα. Αυτός τελικά είναι ο απολογισμός μετά από δεκατέσσερα χρόνια γάμου με το ευρώ, μετά από επτά χρόνια μνημονίων και Κυβέρνηση ‘πρώτη φορά αριστερά’.
Το ερώτημα που εγείρεται είναι, αν η λιτότητα θα αποδώσει; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι και αυτό μας το λέει η οικονομική ιστορία και η επιστήμη. Η λιτότητα φέρνει μεγαλύτερη λιτότητα και καταστροφή. Την ζούμε επτά χρόνια τώρα. Όλα γίνονται χειρότερα. Όσοι υποστηρίζουν ευρώ και λιτότητα ή συμφέροντα εξυπηρετούν εις βάρος
του Λαού ή αδιαφορούν μέσα στην άγνοια τους ή είναι χρήσιμοι ηλίθιοι και αυτοί κατά βάση είναι οι πολιτικοί μας.
Παρακάτω θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί είναι τόσο επιτακτική η ανάγκη επιστροφής στο εθνικό μας νόμισμα, με το βασικό επιχείρημα ότι μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε τις εθνικές μας επενδύσεις, με το δικό μας νόμισμα, χωρίς να έχουμε ανάγκη κανένα, και έτσι να βάλουμε πίσω στη δουλειά την Ελλάδα και τους Έλληνες στον αξιοπρεπή και περήφανο βίο.
Η συνολική ποσότητα του χρήματος όπως έχει αποδεδειχθεί όταν περιορίζεται από την αξία του χρυσού που έχει η χώρα ή από τον στόχο ενός υποθετικού υγιούς πληθωρισμού φέρνει στασιμότητα. Τι λείπει από την Ελλάδα σήμερα; Το χρήμα. Με δυο εκατομμύρια ανέργους και τους φυσικούς πόρους της χώρας ανενεργούς ισχυρίζονται ότι η αύξηση της ποιότητας τους χρήματος θα φέρει πληθωρισμό. Αυτό είναι παμμεγίστη ανοησία. Η ποσότητα του χρήματος μπορεί να περιοριστεί μόνο από την φυσική δυνατότητα της χώρας να παράγει, δηλαδή από την συνολική παραγωγή της εθνικής οικονομίας. Θα πρέπει να υπάρχει άφθονο και φθηνό χρήμα για να μπορεί κάθε τι που παράγεται να αγοράζεται.
Η δαπάνη, πέραν από την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας, είναι αυτή που προκαλεί πληθωρισμό. Όταν η παραγωγική ικανότητα της οικονομίας εξαντληθεί, μηδέν ανεργία, τότε αν το χρήμα αυξηθεί είναι πληθωριστικό. Με ανεργία 35% είναι αδύνατον να υπάρξει πληθωρισμός αν πέσει χρήμα στην αγορά. Παράλληλα ο πληθωρισμός προκαλεί προβλήματα στην εξωτερική αξία του νομίσματος. Η ύπαρξη ενός τέτοιου προβλήματος επιλύεται άμεσα με την ελεύθερη διακύμανση του νομίσματος.
Η φορολογία δεν αποτελεί μέσο της Κυβέρνησης να βρει χρήμα να δαπανήσει. Αφού το εκδίδει! Τα αντιθέτως ισχυριζόμενα, για μια χώρα
που εκδίδει το νόμισμα της, είναι βλακώδη. Στην οικονομία θα πρέπει να υπάρχει τόσο χρήμα που θα ικανοποιεί τη μεγίστη παραγωγική ικανότητα της οικονομίας. Αν το κράτος επιθυμεί να δαπανήσει πιο πολλά στην αγορά υπηρεσιών και αγαθών, φορολογεί τον ιδιωτικό τομέα με σκοπό την προστασία της οικονομίας από τον πληθωρισμό. Αν θέλει να δαπανήσει λιγότερο φορολογεί λιγότερο και αφήνει τον ιδιωτικό τομέα να δαπανήσει. Αν δεν φορολογήσει λιγότερο, τότε στην οικονομία θα υπάρξει λιγότερο χρήμα και συνεπώς μειωμένη ζήτηση και μείωση της παραγωγής. Η ιδέα της φορολογίας είναι να διατηρεί την ποσότητα του χρήματος πλησίον ενός αρίστου επιπέδου που ότι παράγεται θα αγοράζεται.
Το Κράτος που εκδίδει το δικό του νόμισμα ποτέ δεν πτωχεύει. Πως είναι δυνατόν να πτωχεύσει ένα κράτος αφού δεν έχει ανάγκη να δανειστεί, ούτε να φορολογήσει, για να δαπανήσει χρήματα; Το κράτος εκδίδει ομόλογα για τον απλό λόγο να κρατά τα επιτόκια χαμηλά για να καθίστα τις επενδύσεις εφικτές. Ποτέ για να χρηματοδοτηθεί όπως στην περίπτωση του κράτους που ανήκει στην ευρωζώνη.
Συνοψίζοντας με βάση τα παραπάνω:
1. Η Κυβέρνηση θα πρέπει να διατηρεί το επίπεδο της εθνικής δαπάνης-ζήτησης στο ύψος της πλήρους απασχόλησης ανθρώπων και πόρων.
2. Η Κυβέρνηση πρέπει να διατηρεί τα επιτόκια σε αυτό το ύψος που να καθιστούν τις επενδύσεις εφικτές.
3. Κάνοντας αυτά η Κυβέρνηση θα πρέπει να αδιαφορεί για το αν ο προϋπολογισμός της είναι ελλειμματικός όσο και αν είναι μεγάλο το έλλειμμα. Αν πάλι χρειαστεί να είναι πλεονασματικός, αυτό πάλι μπορεί να το κάνει. Οι έννοιες ελλειμματικός ή πλεονασματικός προϋπολογισμός, δεν είναι καλές ή κακές, απλά είναι καταστάσεις για την επίτευξη των στόχων της πλήρους απασχόλησης ανθρώπων, πόρων, παροχής αξιοπρεπών αμοιβών, συντάξεων, υψηλής παιδείας και υγείας.
Μετά το τρίτο μνημόνιο όλα πλέον στη Χώρα καθίστανται αβέβαια.
Η πολιτική ηγεσία είναι κατώτερη των περιστάσεων.
Είναι επιτακτική πια η προσφυγή στο Εθνικό Νόμισμα.
Σπύρος Στάλιας, Οικονομολόγος Ph.D
Πηγή: μακελειό