Διοικητής του Τούρκικου στρατού κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1853-1856)
Όσιος Στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα Ρωσίας(+1913)
Ο Γιουσούφ Ογλού ήταν κάποτε πασάς, στρατηγός και διοικητής των Τουρκικών Δυνάμεων
Οι Τούρκοι μόλις έμαθαν ότι πρόδωσε το Ισλάμ τον συνέλαβαν ζωντανό και με αιχμηρά αντικείμενα – λεπίδες και ξυραφάκια – χάραξαν σταυρούς σε όλο το μήκος της πλάτης και του στήθους του
Ο στάρετς Βαρσανούφιος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους αγίους γέροντες που έζησαν στην Όπτινα
Ένας άθεος αξιωματικός του τσαρικού στρατού όχι απλά μεταστράφηκε, αλλά έγινε ιερομόναχος και άγιος της Εκκλησίας και έβαλε στο δρόμο του Θεού ένα διοικητή των Τουρκικών Δυνάμεων!
O στάρετς Βαρσανούφιος γεννήθηκε στις 5 Ιουλίου 1845 στο ‘Ορενμπουργκ. Καταγόταν από Κοζάκους γονείς και το κοσμικό του όνομα ήταν Παύλος Ιβάνοβιτς Πλεχάνωφ.
Σπούδασε στη στρατιωτική σχολή του Πολότσκ καί στη συνέχεια αποφοίτησε από τη στρατιωτική Ακαδημία του ‘Ορενμπουργκ. Μετά έγινε αξιωματικός του τσαρικού στρατού κι έφτασε ίσαμε το βαθμό του συνταγματάρχη.
Κάποτε αρρώστησε από μιαν απλή πνευμονία, πού όμως παρά λίγο να τον οδηγήσει στο θάνατο. Την ώρα πού κατ’ εντολή του ένας στρατιώτης του διάβαζε το ευαγγέλιο έχασε τις αισθήσεις του. Καί τότε είδε ξαφνικά ν’ ανοίγει ό ουρανός. Από το δυνατό φως καί το φόβο του ταράχτηκε πολύ. Σέ μια στιγμή συνειδητοποίησε το παρελθόν του, την αμαρτωλή ζωή του κι ένιωσε έντονη τη διάθεση για μετάνοια. Καί μέσα σ’ αυτήν την έκσταση ακούσε μια φωνή να του λέει: «Να πας στην Όπτινα».
Η προαγωγή σε στρατηγό του τσαρικού στρατού
Μ’όλο πού οί γιατροί του ήταν απαισιόδοξοι για την έκβαση της υγείας του, ό συνταγματάρχης Παύλος Πλεχάνωφ έγινε καλά καί πήρε το δρόμο για την ‘Οπτινα. Εκεί συνάντησε το στάρετς Αμβρόσιο, ό όποιος του έδωσε εντολή να γυρίσει πρώτα για να τακτοποιήσει τίς εκκρεμότητες του καί μετά να πάει στο μοναστήρι. Του έδωσε όμως προθεσμία τρεις μήνες. Αν καθυστερούσε περισσότερο, ή ψυχική του βλάβη θα ήταν μεγάλη.Ό Παύλος γύρισε στην Πετρούπολη, αλλά τα εμπόδια πού συνάντησε ήταν μεγάλα. Πρώτα του πρόσφεραν προαγωγή σε στρατηγό. Μετά του βρήκαν μια θαυμάσια σύζυγο, έπειτα ο περίγυρος άρχισε να του φέρνει εμπόδια καί να προσπαθεί να τον μεταπείσει. Με δυσκολία κατόρθωσε ό Παύλος να ρυθμίσει τίς εκκρεμότητες του καί να φτάσει στην ‘Οπτινα την τελευταία μέρα της τρίμηνης προθεσμίας του, για να βρει όμως το στάρετς Αμβρόσιο μέσα στο ναό, στο φέρετρο του.
Ό ηγούμενος π. Ανατολίος τον παρέδωσε στην υποταγή του στάρετς Νεκταρίου. Κοντά του ό δόκιμος Παύλος πέρασε όλα τα στάδια της μοναχικής υπακοής, έγινε μοναχός με το όνομα Βαρσανούφιος και χειροτονήθηκε ιερομόναχος.
Στή διάρκεια του ρωσοϊαπωνικοϋ πολέμου ό π. Βαρσανούφιος κλήθηκε να υπηρετήσει ως εφημέριος στο νοσοκομείο του Αγίου Σεραφείμ. Με το τέλος του πολέμου γύρισε στην ‘Οπτινα καί διαδέχτηκε ως προϊστάμενος της σκήτης το στάρετς Ιωσήφ.
Ό π. Βαρσανούφιος ήταν άνθρωπος με εξαιρετική μόρφωση, αρκετή ευφυΐα καί ακέραιο χαρακτήρα. Ως προϊστάμενος της σκήτης βοήθησε με όλες του τις δυνάμεις, πνευματικές καί σωματικές, στην οικοδομική ανανέωση καί την εύρυθμη λειτουργία της. Συνδύαζε αρμονικότατα την αυστηρότητα με την επιείκεια καί τη στοργική αγάπη προς τους αδελφούς της σκήτης. Δε δίσταζε να επιτιμά όταν το έκρινε απαραίτητο, ήταν όμως πολύ σπλαχνικός προς εκείνους πού μετανοούσαν.’Οπως κι οι άλλοι γέροντες της ‘Οπτινα ήταν κι αυτός μεγάλος ασκητής κι είχε το χάρισμα της προορατικότητας, πού το χρησιμοποιούσε ιδιαίτερα στην εξομολόγηση.
Το πρόβλημα της υγείας του
Πολλοί άνθρωποι πού επισκέπτονταν τον π. Βαρσανούφιο έγιναν χάρη στίς προσευχές καί τίς συμβουλές του αληθινά παιδιά της Εκκλησίας. Ανάμεσα στα πνευματικά του παιδιά συγκαταλέγεται κι ό συγγραφέας Σέργιος Νείλος, πού έμεινε κοντά του στη σκήτη περίπου πέντε χρόνια κι ήταν υπεύθυνος για τα αρχεία του μοναστηρίου.
Πολλά από τα πνευματικά του παιδιά τον εύλαβούνταν ιδιαίτερα, δεν έλειψαν όμως καί κείνοι πού δεν τους άρεσε αυτή του ή πνευματική δραστηριότητα. Ό στάρετς αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες καί πειρασμούς, ιδιαίτερα μετά την κοίμηση του προηγούμενου προϊσταμένου της σκήτης, του στάρετς Ιωσήφ.
Από το 1909 ό στάρετς Βαρσανούφιος αρρώσταινε όλο καί πιο συχνά. Κι ακόμα συχνότερα άρχισε να μιλάει για το θάνατο του πού πλησίαζε. Γύρω στον Απρίλιο του ίδιου χρόνου ό π. Αλέξιος ο πορτάρης του ‘φερε ένα δέμα πού του είχε στείλει μια μοναχή. Τί είχε μέσα; “Ενα μεγάλο σχήμα των μοναχών. Ό στάρετς ποθούσε από καιρό να γίνει μεγαλόσχημος. Αυτό όμως το λογάριασε σημαδιακό.
– Αυτό είναι ένδειξη ότι το τέλος μου είναι κοντά, είπε.
‘Αφησε την τελευταία του πνοή στο Γκολουτβίνσκυ, την 1η Απριλίου του 1913. Ως το τέλος του είχε διαύγεια πνευματική. Προσευχόταν συνέχεια στο Χριστό καί την Παναγία κι επικαλούνταν πολλούς αγίους, τους όποιους εύλαβούνταν ιδιαίτερα, καθώς καί τους γέροντες της “Οπτινα πού είχαν ήδη κοιμηθεί. Τα τελευταία του λόγια ήταν για τον παράδεισο.Το σώμα του, καλυμμένο με το μεγάλο καί αγγελικό σχήμα, τοποθετήθηκε στην εκκλησία του Γκολουτβίνσκυ, οπού έμεινε ως τις 6 Απριλίου, Σάββατο του Λαζάρου. Την ημέρα εκείνη ό επίσκοπος Τρύφων λειτούργησε κι εκφώνησε μια εμπνευσμένη καί ζεστή ομιλία, λέγοντας ανάμεσα στ’ αλλά απευθυνόμενος, στο νεκρό:
« “Ηξερες μόνο ν’ αγαπάς, μονό να ‘σαι καλός, παρ’ όλη τη θάλασσα του μίσους καί των συκοφαντιών πού έπεσε επάνω σου. “Ολα τα δεχόσουν με υπομονή, όπως ό Ίώβ. Είμαι ό ίδιος μάρτυρας καί το επιβεβαιώνω πώς λόγος κατάκρισης δεν ακούστηκε από σένα για κανέναν. . . Σαν ποιμενάρχης γνωρίζω τί σημαίνουν τέτοιοι γέροντες για μας. 0ι συμβουλές του ήταν πολύτιμες, γιατί τη μόρφωση του τη συμπλήρωνε με την εμπειρία καί το ύψος της μοναχικής ζωής . . .»Το σώμα του, με εντολή της Ιεράς Συνόδου, μεταφέρθηκε μετά με ειδικό τρένο μέχρι το Κόζελσκ, κι από κει τον κουβάλησαν κληρικοί στην ‘Οπτινα στα χέρια τους. Στις 9 Απριλίου, Μεγάλη Τρίτη, έγινε ή κηδεία κι ή ταφή του στη σκήτη, παρουσία 21 ιερομόναχων, 4 διακόνων και πλήθους κόσμου.
Ο Τούρκος διοικητής που έγινε μάρτυρας
Ένας άλλος κρυμμένος θησαυρός στο κοιμητήριο της Σκήτης είναι και ο μοναχός Νικόλαος, πιο γνωστός στους πατέρες με το υποκοριστικό όνομα «ο Τούρκος», λόγω της προφοράς του και της μελαγχρινής του όψης. Την πραγματική του καταγωγή γνώριζαν μόνο οι πατέρες Αμβρόσιος, Ανατόλιος και η ελαχιστότητά μου, πού είχα το ευτύχημα να είμαι και ο πνευματικός του πατέρας.
Ο Γιουσούφ Ογλού ήταν κάποτε πασάς, στρατηγός και διοικητής των Τουρκικών Δυνάμεων. Ποιος θα το περίμενε ποτέ ότι ένας τέτοιος άνθρωπος θα τελείωνε την ζωή του όχι άπλα στην Ρωσία, αλλά, σε μοναστήρι σαν μοναχός, και μάλιστα σαν νεομάρτυρας; Πιστεύω ούτε και ο ίδιος.
Κατά την διάρκεια του Ρωσο – Τούρκικου πολέμου (1853-1856) ήταν διοικητής του Τούρκικου στρατού. Οι Τούρκοι υπέβαλλαν τους αιχμαλώτους σε φρικτά βασανιστήρια. Ο πασάς, πού σαν θεατής παρακολουθούσε από κοντά τα διαδραματιζόμενα, κυριολεκτικά θαύμαζε την αντοχή και την σταθερότητα των νεαρών αυτών Ρώσων στρατιωτών. Ρώτησε να μάθει, γιατί νέα παιδιά προτιμούσαν όχι απλώς να πεθάνουν με ένα τόσο φρικτό θάνατο, αλλά τον δέχονταν με χαρά, παρά να αρνηθούν την χριστανική τους πίστη, για να χαρούν την ομορφιά της ζωής. Και επειδή φαίνεται, πώς ήταν άνθρωπος με καλή διάθεση, ζήτησε να γνωρίσει καλύτερα την χριστιανική πίστη.
Μονάχος Νικόλαος της Όπτινα κατά κόσμον Γιουσούφ Αμπντούλ Ογλού
Το αποτέλεσμα
Μια ήμερα φώναξε έναν Ορθόδοξο ιερέα και τον εβάπτισε στα κρυφά. Στην συνέχεια έφυγε για την Περσία. Οι Τούρκοι μόλις έμαθαν ότι πρόδωσε το Ισλάμ έψαχναν να τον σκοτώσουν. Τελικά τον συνέλαβαν ζωντανό και με αιχμηρά αντικείμενα – λεπίδες και ξυραφάκια – εχάραξαν σταυρούς σε όλο το μήκος της πλάτης και του στήθους του. Στο τέλος για να τον αποτελειώσουν του τσάκισαν ένα προς ένα όλα τα κόκκαλα. Μέσα σε αυτούς τους φρικτούς πόνους ο Γιουσούφ σωριάστηκε λιπόθυμος. Νομίζοντας τον για νεκρό τον πέταξαν τροφή στα σκυλιά. Ο Κύριος όμως τον προστάτευε. Ανάκτησε τις αισθήσεις του. Από το μέρος εκείνο έτυχε να διαβαίνουν Ρούσσοι έμποροι και τον περιμάζεψαν. Εκείνος τους είπε πώς του επιτέθηκαν ληστές. Από συμπόνια τον έφεραν μαζί τους στον Καύκασο και τον παρέδωσαν σε μια ευσεβή γυναίκα να τον φροντίσει. Έγινε καλά. Άλλα ήταν πλέον αγνώριστος. Σε όλη του την ζωή παρέμεινε διπλωμένος στα δύο. Ντυμένος φτωχικά και με ένα μπαστούνι στο χέρι κατάφερε και πέρασε στην Οδησσό. Από εκεί ταξίδευσε σε όλα τα προσκυνήματα της Ρωσίας μέχρι πού τα βήματα του τον οδήγησαν στην Όπτινα.
Κατά την παραμονή του εδώ αρρώστησε και οι πατέρες τον μετέφεραν στο νοσοκομείο της Μονής. Επειδή ρωσικά λίγα ήξερε, ζήτησε να του φέρουν κάποιον πού να μιλάει τα γαλλικά, γιατί ήθελε να εξομολογηθεί. Την εποχή αυτή, αν και ζούσα έγκλειστος, κάνοντας υπακοή δέχθηκα να τον εξομολογήσω.
Αφού μου εξιστόρησε όλη του την ζωή, στο τέλος με ύφος αυστηρό, ζήτησε, όσο ακόμη βρισκόταν στην ζωή, να μην εκμυστηρευθώ σε κανένα το παραμικρό γεγονός πού είχε σχέση με την ζωή του. Μέσα σε λίγο χρόνο ανέκτησε την υγεία του και αμέσως μετά έγινε η κούρα του σε μοναχό με το όνομα Νικόλαος.
Το θαύμα στον τάφο του
Ήταν ένας άνθρωπος ασυνήθιστος: πάντοτε σιωπηλός, ντροπαλός ,φιλάσθενος τους απόφευγε όλους. Σαν άλλος μαγνήτης, σε τραβούσε, χωρίς να το θέλεις, να τον αγαπήσεις. Ποτέ δεν επήγαινε στα κελλιά των πατέρων ούτε την ημέρα, πολύ περισσότερο την νύχτα. Αξιώθηκε από τον Θεό, όπως ο όσιος Ανδρέας, να αρπαγεί στον παράδεισο και να ιδεί τα σκηνώματα των δικαίων σαν αμοιβή για όλα όσα υπέφερε στην ζωή του για τον Χριστό.
Δεν θα το λησμονήσω ποτέ, όταν κάποια ημέρα ενώ περπατούσαμε μαζί, γύρισε και μου είπε:
– Γέροντα, δεν ακούς κάτι;
– Όχι! Τίποτα. Τί είναι; Τί ακούς;
– Δεν ακούς τους αγγέλους να ψάλλουν; Ω, τί ωραία μελωδία! Τί ευτυχία! Τί χαρά!
Εγώ δεν άκουγα τίποτα. Και εκείνος μέσα στην απλότητα του έμεινε κατάπληκτος με την κουφαμάρα μου.
Έζησε στην Σκήτη μόνο δύο χρόνια. Στις 18 Αυγούστου 1893, αρρώστησε χωρίς ελπίδα ανάρρωσης. Εκοιμήθη σε ηλικία 65 χρονών. Όταν οι πατέρες ετοίμαζαν το σώμα του για την ταφή βρέθηκαν μπροστά σε ένα θέαμα πού έκαμε το αίμα στις φλέβες τους να παγώσει. Όλο του το σώμα ήταν μια πληγή , ακρωτηριασμένο, στιγματισμένο από μαχαιρώματα. Ήταν ένας αληθινός μάρτυρας του Χριστού. Και το πιο παράξενο: μέχρι σήμερα στο μονοπάτι πού οδηγεί στον τάφο του δεν έχει φυτρώσει ούτε το ελάχιστο χορταράκι! Καθαρό, ελεύθερο στους διαβάτες! Για όσους επιθυμούν να προσκυνήσουν στον τάφο του.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ “ΜΑΚΕΛΕΙΟ”