Πένθος στην Κρήτη: Πέθανε πασίγνωστος μουσικός
Πλήρης ημερών, πέρασε στην αιωνιότητα αφήνοντας πίσω του σπουδαία παρακαταθήκη το έργο του και την προσφορά του στην μουσική παράδοση της Κρήτης.
Ο καταξιωμένος λαγουτιέρης θεωρούταν το καλύτερο λαούτο του νησιού.
Ο λόγος για τον Γιάννη Μαρκογιαννάκη, γνωστό και ως Μαρκόγιαννη.
Η εξόδιος ακολουθία θα ψαλεί αύριο Πέμπτη 30 Μαρτίου και ώρα 3 μμ στο Ιερό Ναό Παναγίας Μασταμπά Ρεθύμνου. Η σορός του θα μεταφερθεί στο ναό στη 1 μμ.
Σε αυτοβιογραφικό σημείωμα του, που κυκλοφόρησε ως ένθετο στον δίσκο «Εκεί Ψηλά», Σείστρον 2005, ενέφερε για την ζωή του τα εξής:
«Γεννήθηκα στο Σπήλι Ρεθύμνης το 1926. Είμαστε μεγάλη οικογένεια. Οκτώ αδέλφια από τα οποία τα πέντε αγόρια είμαστε μουσικοί και τρία κορίτσια. Λαούτο πρωτόπιασα στα χέρια μου οκτώ χρονών. Ο πατέρας μου ήταν καλός λυράρης και στα γλέντια, τις παρέες και τις κοινωνικές συναντήσεις, του κρατούσαν πάσο άλλοι μουσικοί, κυρίως με μαντολίνο. Κάποτε, αγόρασε από την Αθήνα ένα λαούτο.
Τότες εδώ, δεν υπήρχανε λαούτα. Ήτανε μόνο ο Μπαξεβάνης, ο Ψύλλος, ο Κουρκουλός και ένας δυο άλλοι στο Νομό Ρεθύμνου. Εμείς είχαμε ένα μεγάλο καφενείο στο Σπήλι, εκεί γινότανε τα γλέντια Σαββατοκύριακα κι όλες τις γιορτές. Ο πατέρας μου μετά τη δουλειά άνοιγε το μαγαζί άναβε το λουξ, ετοίμαζε και περίμενε τους πελάτες του. Κάθε βράδυ έπαιζε λύρα μόνος του.
Εμένα, σαν μικρό παιδί που ήμουν, μου άρεσε πάρα πολύ και καθόμουνα πάντα σε μια γωνιά και τον άκουγα. Μια βραδιά με φώναξε κοντά του, μ’ έβαλε σε μια καρέκλα, μου έφερε το λαούτο και μου είπε: «Εγώ θα παίζω τη λύρα κι εσύ θα βάζεις το χεράκι σου και θα κάνεις έτσι» (δείχνοντάς μου τις κινήσεις του χεριού).»Μα δε φτάνω καλά» του’ πα εγώ, αλλά από τα πρώτα κιόλας λεπτά καθώς το χέρι μου ακουμπούσε στις χορδές ήμουνα μέσα στο χρόνο.
Παίζαμε, σταματούσαμε, συνεχίζαμε, με ρώτησε αν κουραζόμουνα, πότε-πότε του’ λεγα ναι, και πήγαμε αργά για ύπνο. Την επόμενη πρωί-πρωί, με ξυπνά, μου βάζει πάλι δυο καρέκλες και αρχίσαμε να παίζουμε ώρα πολύ, για να βεβαιωθεί ότι μπορούσα να παίξω όπως και το προηγούμενο βράδυ. Η ευχαρίστησή του ήταν μεγάλη. Από τότε, στα γλέντια δεν ξαναπήρε άλλο πασαδόρο.
Γύρω στο 1960 ξεκίνησα τη συνεργασία μου με τον Σπύρο Σηφογιωργάκη η οποία και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ο πρώτος δίσκος που κάναμε μαζί ήταν «ο φάρος» και συνεχίσαμε μεγάλη δισκογραφία.
Κάναμε μεγάλες επιτυχίες και διασκεδάσαμε τους Κρήτες τις διασποράς σε όλο τον κόσμο (Αμερική, Καναδά, Αυστραλία Αφρική, Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία, Βέλγιο, Κύπρο, Ισραήλ) ενώ στο Ελσίνκι Φινλανδίας το 1962 πήγαμε με το Σύλλογο Βρακοφόρων Κρήτης που εδρεύει στα Χανιά με πρόεδρο το κ. Κώστα Βενιανάκη ο οποίος ήλθε μαζί με το χορευτικό σύλλογο και με τον πρωτοχορευτή Μιχάλη Λεφάκη με τους οποίους πήγαμε στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Ειρήνης και Φιλίας με συγκροτήματα απ’ όλο τον κόσμο και πήραμε το πρώτο βραβείο χορού.
Επίσης το Υπουργείο Πολιτισμού κάλεσε το Σύλλογο Βρακοφόρων Κρήτης κάνοντας περιοδεία σε διάφορες πολιτείες της Αμερικής. Μαζί τους ήμασταν και ‘εμείς’ σαν σχήμα: Σηφογιωργάκης, Μαρκογιάννης, Μανιάς.
Μια πολύ σημαντική συνεργασία μου ήταν αυτή με τον Ψαραντώνη, έναν ξεχωριστό καλλιτέχνη, γι’ αυτό και τόσο αγαπητό σ’ όλο τον κόσμο με τον οποίο το 2004 γράψαμε ένα δίσκο με τίτλο «Όταν σε βλέπω τραγουδώ». Είναι ένας δίσκος που μ’ αρέσει πολύ και πρέπει να πω ήταν κοινή επιθυμία μας…» Πηγή: rethemnosnews.gr