Τρία δείγματα πετρογλυφικών βρέθηκαν στην Βόρεια Αμερική, όπου ερευνήθηκαν και αποδόθηκαν στο ότι είναι Ελληνικά. Η πέτρα Possum Creek Stone ανακαλύφθηκε από την Gloria Farley στην Oklahoma το 1970. Όπως εξηγεί η ίδια στην πέτρα απεικονίζεται ένας Έλληνας αθλητής επάνω σε βάθρο νίκης με επιγραφή που γράφει HO-NI-KA-SA η o nikasa (ο νικητής)
Η πέτρα Thruston Stone ερμηνεύεται ως μία ανάμιξη πολλών πολιτισμών οπως Ελληνικής, Τσερόκι, Ινδιάνικης, Αιγυπτιακής και Εβραίκης. Η πολιτισμική κοινότητα των Cherokee, Keetoowah Society επισήμανε, όπως το επιβεβαιώνει και το όραμα του Eloh, ότι προέρχονται από τους Πτολεμαίους που έφτασαν με υπερατλαντικά ταξίδια μαζί με Εβραίους και Φοίνικες στην κοιλάδα του Ohio γύρω στο 100 π.Χ.
Το Red Bird Petroglyph είναι Ελληνική επιγραφή που χρονολογείται ανάμεσα στον 2ο και 3ο αιώνα π.Χ. και όχι όπως ανακοίνωσε τελευταία το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Αμερικής και η New York Times ότι είναι του 1800.
τα φτερά των τσερόκι σε σχήμα ελληνικής περικεφαλαίας |
Η γλώσσα των Cherokee περιέχει πολλές λέξεις ελληνικής προέλευσης, ιδιαίτερα στο πεδίο της ιεραρχίας, στρατιωτικής ορολογίας, μυθολογίας, αθλητισμού και τελετουργίας.
Επίσης η μουσική των Cherokee αντανακλά τις ελληνικές τους ρίζες. Οι ινδιάνοι Cherokee είναι στην κυριολεξία οι Έλληνες της αρχαίας Αμερικής.
Στην μνήμη της Gloria Farley
Donald N. Yates
Ελληνικές λέξεις που ταιριάζουν με των Cherokee
Greek | Meaning | Cherokee | Meaning |
alomenoi
dakos dasis tynchana etheloikeoi* gennadas huios Dios illo, illas* kakotechneo kanon karanos kateis* kerux mona* neika* Ogyges ouktenna oulountata skia stix tanawa* (hoi en) telei theatas* theatron Thrax typho |
wanderers (in a hopeless sense)
noxious, devouring beast, whale hairy, shaggy like a beast things that befall volunteer settlers noble Son of Zeus (title of Herakles) wrap, twist; rope base arts, perjury, fraud straight-edge used by athletes a chief assembly herald stopping place, way-station contest titan of Greek mythology one not killed declared healthy ghost, shade abominable astronomical instrument those in authority spectator in a play theater, assembly Thracian raise a smoke, make sacrifice |
eloh’; elohi
dakwa dachi tikano eshelokee kanat(i) Su-too Jee kilohi kaktunta kanuga Koranu** cahtiyis skarirosken** mona anetcha Ootschaye Uktena oolungtsata atchina Stichi Tchlanua tilihi tetchata tetchanun tchaskiri** Tathtowe, Tistoe |
migrants, wanderers; earth
mythic great fish hairy water monster history Cherokee; original people doctor, hunter mythic strong man twisted hair clan (cf. Hawaiianhilo) taboo regulation scraper used by ballplayers war chief title assembly house speaker, herald land where the Elohi tarried ballplay rival of Sutoo Jee (Herakles) name of a dragon or serpent divining crystal for health ghost; cedar name of dangerous serpent Great Hawk brave, warrior Playful Cherokee fairy ceremonial enclosure sorcerer, Stoneclad ceremonial title; firecracker (smoke) bringer (Santa Claus) |