Η πορεία των διαπραγματεύσεων έχει ρυθμό χελώνας αυξάνοντας σημαντικά τον βαθμό αβεβαιότητας με πρώτο θύμα τις τράπεζες.
Η πολυπόθητη επιστροφή στην ανάπτυξη, η ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων, η αύξηση των καταθέσεων, μένουν για την ώρα όνειρο θερινής νυκτός. Η ρευστότητα πλήττεται σημαντικά και πλέον οι τραπεζίτες αναζητούν τρόπους άμυνας.
Καμπανάκια για τη ρευστότητα συνεχίζουν να χτυπούν στις συστημικές τράπεζες, ενώ τα περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα επιταχύνουν τις ενέργειες εκείνες που θα τους επιτρέψουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα τα προβλήματα μιας πιεστικής πραγματικότητας. Εμβάσματα, καταθέσεις, αύξηση των npl’s διαμορφώνουν βαρύ κλίμα για τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Άλλωστε το θέμα της ρευστότητας αλλά και τα κόκκινα δάνεια αποτελούν τα κορυφαία ζητήματα που οι τράπεζες διά των εκπροσώπων τους συζήτησαν όλες τις προηγούμενες ημέρες στις συναντήσεις κορυφής που είχαν τόσο με την Ντανιέλ Νουί όσο και με το Βίτο Κοστάντζιο, αλλά και με άλλα μέλη του SSM και της ΕΚΤ.
Η επιβράδυνση ή ακόμη και το πισωγύρισμα των ρυθμών που «κέρδισαν» τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας το 2016:
α σε επίπεδο αποτελεσμάτων,
β περιορισμού του ρυθμού αύξησης των κόκκινων δανείων και
γ σε ανοδική τάση των καταθέσεων οφείλεται στην καθυστέρηση της αξιολόγησης που απομακρύνει το QE και τελικώς τη δυνατότητα να βγουν οι τράπεζες στις αγορές.
Η μειωμένη ρευστότητα απεικονίζεται μέσα από πολλές παραμέτρους, δηλαδή μέσα από όλα σχεδόν τα τραπεζικά μεγέθη.
Λήγουν τα όρια εμβασμάτων
Τα όρια εμβασμάτων στις τράπεζες παρατηρείται από τις αρχές του έτους να λήγουν αρκετά νωρίτερα σε σχέση με ό,τι συνέβαινε προηγουμένως, ιδιαιτέρως μετά το διάστημα που τα capital controls μερικώς χαλάρωσαν.
Έτσι, ενώ τα όρια των τραπεζών επαρκούσαν για μέχρι τις 25 του εκάστοτε μήνα, τώρα στις 15 πρώτες ημερολογιακές ημέρες έχουν ήδη λήξει, με αποτέλεσμα οι πελάτες των τραπεζών να μην μπορούν να στείλουν εμβάσματα στο εξωτερικό. Τούτο έχει τεράστιες συνέπειες κυρίως στις επιχειρήσεις.
Τα παραπάνω συμβαίνουν διότι η καθυστέρηση της αξιολόγησης έχει δημιουργήσει κλίμα ανασφάλειας. Ετσι, καταθέτες χωρίς ιδιαίτερο λόγο εμβάζουν είτε κεφάλαια που επανέφεραν στις τράπεζες από τα στρώματα, μετά τη χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών είτε και καταθέσεις τους παλιές, σε λογαριασμούς στο εξωτερικό εξαντλώντας τα προσωπικά τους όρια.
Αυτό σε συνδυασμό με τη μείωση των καταθέσεων κατά 4 δισ. ευρώ -όπως υπολογίζουν έγκυρες πηγές- από τις αρχές του έτους δημιουργεί ασφυκτικά πλαίσια ρευστότητας για τις τράπεζες.
Με δεδομένο πως τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας δεν μπορούν να απευθυνθούν στις αγορές, αναγκάζονται να μοιράζουν τις χορηγήσεις κυριολεκτικά με το σταγονόμετρο.
Αδυναμία άντλησης καταθέσεων
Από την άλλη πλευρά τα περιθώρια των τραπεζών να αντλήσουν κεφάλαια -δηλαδή καταθέσεις- δίνοντας υψηλότερες αποδόσεις είναι πρακτικά ανύπαρκτα, αφού τα επιτόκια ακολουθώντας και τη διεθνή τάση παραμένουν εξόχως χαμηλά. Συγχρόνως αποτελεί επιτακτική ανάγκη στις τράπεζες να διατηρήσουν χαμηλά το κόστος. Ετσι τα επιτόκια καταθέσεων προθεσμίας για οποιοδήποτε ποσό ανέρχονται σε 0,50% κατ΄ ανώτατο όριο.
Και ενώ συμβαίνουν αυτά σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις στις συστημικές τράπεζες υπάρχουν μη συστημικά ιδρύματα, όπως τα ΕΛΤΑ, που δίνουν από μικρά ποσά νέου χρήματος π.χ. 2.500 ευρώ, επιτόκια της τάξεως του 1%.
Το ζήτημα της ρευστότητας των τραπεζών ήταν ένα από εκείνα που απασχόλησαν έντονα τις συναντήσεις με τους Θεσμούς, παρατηρούν έγκυροι τραπεζικοί παράγοντες.
Φυγή προς τα εμπρός
Μέσα σε αυτό το κλίμα οι τράπεζες επιχειρούν μία φυγή προς τα εμπρός. Προς αυτήν την κατεύθυνση ιδιαίτερα βοήθησε η τροπολογία για τον αναβαλλόμενο φόρο που διαμορφώνει σε 20ετία τη δυνατότητα που έχει η εκάστοτε τράπεζα να αποσβέσει χρονικά τις φορολογικές διαφορές που ανακύπτουν μεταξύ προβλέψεων για τη δημιουργία κόκκινων δανείων και την πραγματική διαγραφή npl’s.
Η τροπολογία αυτή επιτρέπει τελικώς στις τράπεζες να διαμορφώσουν συνθήκες τέτοιες ώστε να προχωρήσουν σε εκτεταμένες διαγραφές npl’s, διατηρώντας ανέπαφα, ωστόσο, τα εποπτικά κεφάλαιά τους.
Δημοσιοποίηση αποτελεσμάτων
Συγχρόνως επιτρέπει στις τράπεζες να προχωρήσουν άμεσα στη δημοσιοποίηση αποτελεσμάτων τους για το 4ο τρίμηνο, κάτι που μέχρι πρότινος φάνταζε ως απαγορευτικό, καθώς οι ορκωτοί λογιστές δεν μπορούσαν να πιστοποιήσουν το στοκ των κεφαλαίων για τα επόμενα χρονικά διαστήματα χωρίς την ύπαρξη του συγκεκριμένου θεσμικού πλαισίου. Οι τράπεζες θα ανακοινώσουν αποτελέσματα 29 και 30 Μαρτίου.
As σημειωθεί πως την άλλη εβδομάδα 23 Μαρτίου, οι τράπεζες θα μετέχουν στο χρηματοοικονομικό road show της Morgan Stanley, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στο Λονδίνο. Οι επαφές της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών με τους θεσμούς αλλά και το θεσμικό πλαίσιο το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη δημιουργούν συνθήκες και προϋποθέσεις ώστε τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας να καλύψουν κατά το δυνατό το κενό που έχει δημιουργηθεί από τη καθυστέρηση στην αξιολόγηση, η οποία έχει πιέσει πολύ τις τιμές των μετοχών των τραπεζών.
Άνοδος μετά το 2015 «Καμπανάκι» από τον ELA
Η έκτακτη χρηματοδότηση ενισχύθηκε στα 43,1 δισ. ευρώ στο τέλος Φεβρουαρίου από 42,8 δισ. ευρώ στο τέλος Ιανουαρίου. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις την προηγούμενη εβδομάδα η ΤτΕ είχε ανακοινώσει ότι μειώνει το «ταβάνι» δανεισμού μέσω ELA κατά 100 εκατομμύρια ευρώ στα 46,2 δισ. ευρώ.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη έρχεται να πιστοποιήσει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες λόγω της αβεβαιότητας και οι οποίες αντανακλώνται στη μείωση των καταθέσεων, παρατηρούσαν τραπεζικοί παράγοντες. Χαρακτηριστικό είναι ότι στα τέλη Ιανουαρίου οι τράπεζες είχαν καταφέρει να περιορίσουν την έκθεσή τους στον ELA κατά 900 εκατ. ευρώ, στα 42,8 δισ. ευρώ από 43,7 δισ. ή κατά 2%.
Λίγες ημέρες πριν η Moody’s σε ανάλυσή της είχε σημειώσει πως η ενδεχόμενη αύξηση του ELA για να αντισταθμιστεί η εκροή καταθέσεων θα αυξήσει τα κόστη χρηματοδότησης των τραπεζών και θα μειώσει την κερδοφορία, ενώ θα είναι καταστροφική σε ό,τι αφορά στη βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταθετών και την περαιτέρω χαλάρωση των capital controls. Οι αυξημένες ανάγκες για ELA προσαυξάνουν το λειτουργικό κόστος των τραπεζών.
Πηγή: «Ημερησία», μακελειό