Ο Jack αποφάσισε να πάει για σκι με τον φίλο του τον Bob. Φόρτωσαν λοιπόν το βανάκι του Jack και κατευθύνθηκαν βόρεια. Μετά από αρκετή ώρα οδήγησηςτους έπιασε μια τρομερή καταιγίδα και έπρεπε να βρουν καταφύγιο.
Σταμάτησαν σε μια κοντινή φάρμα και ρώτησαν την ελκυστική γυναίκα που άνοιξε την πόρτα αν μπορούσαν να μείνουν εκεί τη νύχτα.
«Έξω γίνεται χαλασμός και έχω αυτό το τεράστιο σπίτι όλο στη διάθεσή μου, όμως χήρεψα πρόσφατα. Φοβάμαι ότι η γειτονιά θα αρχίσει να κουτσομπολεύει αν σας αφήσω να μείνετε.»
«Μην ανησυχείτε» είπε ο Jack. «Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να κοιμηθούμε στον αχυρώνα και μόλις «ανοίξει» ο καιρός θα φύγουμε αμέσως.»
Η γυναίκα συμφώνησε και το επόμενο πρωί έφυγαν όπως συμφώνησαν.
Περίπου 9 μήνες αργότερα, ο Jack έλαβε ένα αναπάντεχο γράμμα από ένα δικηγόρο. Του πήρε μερικά λεπτά για συνειδητοποιήσει τι έγραφε και απ” ότι κατάλαβε ήταν από τη χήρα που είχαν συναντήσει εκείνο το Σ/Κ.
Αμέσως πήγε στον Bob και του είπε: «Φίλε, θυμάσαι εκείνη την πολύ ωραία χήρα που συναντήσαμε όταν είχαμε πάει για σκι ένα Σ/Κ πριν από 9 μήνες;»
«Φυσικά και τη θυμάμαι» απάντησε ο Bob.
«Μήπως την “επισκέφθηκες” τη νύχτα; Κατάλαβες τι εννοώ…»
«Χμ… για την ακρίβεια, ναι» απάντησε ο Bob λίγο αναστατωμένος που τον ανακάλυψαν.
«Και μήπως της έδωσες το δικό μου όνομα αντί για το δικό σου;»
Το πρόσωπο του Bob είχε γίνει κατακόκκινο από τη ντροπή! «Χίλια συγνώμη φίλε, αλλά ναι. Γιατί ρωτάς;»
«Μόλις πέθανε και μου άφησε τα πάντα!«