Η Αγία Βαρβάρα έζησε στις αρχές του 4ου αιώνα στη Συρία και καταγόταν από πολύ πλούσια οικογένεια, με τον πατέρα της να είναι φανατικός ειδωλολάτρης.
Ως κοπέλα διακρινόταν για την ομορφιά και την καλοσύνη της και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δέχεται δεκάδες προξενιά, τα οποία όμως απέρριπτε.
Ο πατέρας της ανήσυχος από το γεγονός αυτό αλλά και θορυβημένος από φήμες που κυκλοφορούσαν ότι η Βαρβάρα συμπαθούσε τον Χριστιανισμό, αποφασίζει να της απαγορεύσει την έξοδο από τον πύργο όπου ζούσαν!
Για μεγάλο διάστημα, η κόρη του έρχεται σε επαφή μόνο με υπηρέτριες, μέχρι που κάποια από αυτές – προφανώς κρυπτοχριστιανή- της ματαδίδει τα χριστιανικά δόγματα και διδάγματα. Με τη βοήθειά της, η Βαρβάρα βγαίνει από το σπίτι- φυλακή και οδηγείται σε χριστιανική κατακόμβη, όπου βαπτίζεται χριστιανή στο όνομα της Αγίας Τριάδος.
Ο πατέρας της, την εποχή εκείνη πρέπει αναγκαστικά να λείψει για ένα μεγάλο επαγγελματικό ταξίδι εκτός της χώρας. Πρίν φύγει δίνει εντολή να κατασκευαστεί έξω από τον πύργο του, ένα ωραίο λουτρό με δύο μόνο παράθυρα. Με εντολή της Βαρβάρας, που περιμένει υπομονετικά την επιστροφή του πατέρα της για να έρθει αντιμέτωπη με την οργή του, οι τεχνίτες προσθέτουν και ένα τρίτο παράθυρο στο κτίσμα.
Όταν πια το λουτρό είναι έτοιμο, εκείνη το επισκέτεται και στέκεται στο σημείο που ήταν η κολυμβήθρα του, στα ανατολικά. Εκεί αγγίζει με το δάκτυλό της το μάρμαρο κάνοντας το σημείο του Σταυρού. Έκπληκτη διαπιστώνει ότι πάνω στο μάρμαρο έχει χαραχτεί βαθιά ένας Σταυρός, θαρρείς και το δάκτυλό της ήταν σμίλη! Το σημείο αυτό υπάρχει μέχρι και σήμερα και αποτελεί τόπο προσκηνήματος!
Με την επιστροφή του πατέρα της από το ταξίδι, ξεκινάει πια η φρικτή μαρτυρική ζωή και το τέλος της Αγίας Βαρβάρας, αφού δεν διστάζει να καταγγείλει το ίδιο του το παιδί στον ηγεμόνα Μαρκιανό με την κατηγορία ότι «βρίζει τα είδωλα». Εκείνος δίνει εντολή να αρχίσουν τα φοβερά βασανιστήρια, της μαστίγωσής της!
Την φυλακίζουν και την βασανίζουν καθημερινά αλλά εκείνη αρνείται με θάρρος και ψυχική δύναμη να εγκαταλείψει την πίστη της στον Ιησού. Κάποια μέρα παρουσιάζεται και δεύτερη μάρτυς του Χριστού, η Ιουλιανή, η οποία ζει από κοντά τα μαρτύρια της Βαρβάρας.
Ο Μαρκιανός διατάζει αποκεφαλίσουν και τις δύο γυναίκες με ξίφος. Στο άκουσμα της εντολής αυτής ο πατέρας της Βαρβάρας ξεσπάει φωνάζοντας » Για να ξεπλύνω το κακό που έκαμα με το να σε γεννήσω, θα σε θανατώσω εγώ με τα ίδια μου τα χέρια. Αυτή θα είναι η μόνη μου ευτυχία».
Πράγματι στις 4 Δεκεμβρίου, η Μεγαλομάρτυς Βαρβάρα και η Ιουλιανή οδηγούνται στον τόπο του αποκεφαλισμού όπου την μεν πρώτη την αποκεφαλίζει ο πατέρας της, την δε δεύτερη ο δήμιος. Η μνήμη των δύο μαρτύρων γυναικών γιορτάζεται την ημέρα του μαρτυρίου τους.