Χωρίς αναπηρική σύνταξη θα μένουν όσοι συνταξιούχοι -ασφαλισμένοι για πρώτη φορά μετά το 1993- με μερική αναπηρία διαπιστωθεί ότι κερδίζουν περισσότερο από το μισό των αποδοχών ενός υγιούς εργαζομένου στην εργασία που παρείχαν πριν από την αναπηρία τους.
Σύμφωνα με εγκύκλιο του ΙΚΑ «στην περίπτωση που ο συνταξιούχος λόγω αναπηρίας εργαστεί μετά τη συνταξιοδότησή του κατά τρόπο μόνιμο και σταθερό (περισσότερο από ένα συνεχές εξάμηνο) και κερδίζει περισσότερα απ” ό,τι προβλέπει ο νόμος σε συνδυασμό με τη βαθμίδα αναπηρίας του, το ασφαλιστικό όργανο μπορεί να περιορίσει την ασφαλιστική αναπηρία του, εάν π.χ. διαπιστωθεί ότι ο συνταξιούχος με μερική αναπηρία κερδίζει περισσότερο από το μισό των αποδοχών υγιούς εργαζόμενου στην εργασία που παρείχε ο συνταξιούχος πριν από την επέλευση της αναπηρίας».
Ο αρμόδιος διευθυντής του Ταμείου «έχει το δικαίωμα περιορισμού του ποσοστού της ασφαλιστικής αναπηρίας στην περίπτωση που η υγειονομική επιτροπή έχει κρίνει ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας μεγαλύτερο από το νόμιμο (ποσοστό μεγαλύτερο από 15% για νέο ασφαλισμένο) επί του συνολικού ιατρικού ποσοστού αναπηρίας». Επίσης, στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι εσφαλμένα η υγειονομική επιτροπή προσαύξησε το ποσοστό ιατρικής αναπηρίας νέου ασφαλισμένου με τα κριτήρια που ισχύουν για παλαιούς ασφαλισμένους (π.χ., 17 μονάδες σε νέο ασφαλισμένο) «με υπηρεσιακό σημείωμα θα παραπέμπεται εκ νέου η υπόθεση στην αρμόδια υγειονομική επιτροπή (AYE ή BYE) για να αποφανθεί ορθά με βάση το κριτήριο που ισχύει στην περίπτωση αυτή».