Ο 73χρονος Γερμανός υπουργός Οικονομικών που μας περιμένει για μία ακόμη φορά στη γωνία, είναι ό,τι και οι περισσότεροι Γερμανοί.
Πείσμων μέχρι αδιαλλαξίας και συγκαταβατικός μόνο όσο του το επιτρέπουν τα συμφέροντα της χώρας του, θεωρείται ως η προσωποποίηση της συντηρητικής γερμανικής πολιτικής. Για το λόγο αυτό αποτελεί τη σιγουριά του μέσου Γερμανού πολίτη εξ ου και η επιρροή του στην κυβέρνηση και γενικότερα στην πολιτική ζωή. Ο Σόιμπλε θα μπορούσε να ήταν ο καγκελάριος της Γερμανίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κανείς δεν εξεπλάγην το 1991 όταν ο Καγκελάριος της ενοποίησης Χέλμουτ Κολ, αναγνωρίζοντας την αξία του, του παρέδωσε το δακτυλίδι της διαδοχής στο CDU, όμως στις εκλογές του 1998 έχασε απρόσμενα την καγκελαρία από τον Γκέρχαρντ Σρέντερ.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, το 2000 ξέσπασε σκάνδαλο με τη χρηματοδότηση του κόμματος από έμπορο όπλων. Ο Σόιμπλε, παρότι το σκάνδαλο αφορούσε την περίοδο Κολ, αναγκάζεται σε παραίτηση και παραδίδει την ηγεσία στο πρόσωπο που είχε πρωτοστατήσει στην αποκάλυψη του σκανδάλου. Ήταν η Μέρκελ, που, όπως ειπώθηκε τότε ήθελε να βγάλει από τη μέση τόσο τον Κολ όσο και τον Σόιμπλε.
Αυτή ήταν μία μεγάλη ατυχία στη ζωή του Σόιμπλε, όχι, όμως και η μεγαλύτερη. Η πολιτική του καριέρα είχε προσγειωθεί ανώμαλα και το 1990, ύστερα από δολοφονική απόπειρα που εκδηλώθηκε εναντίον του λίγο πριν ξεκινήσει μια προεκλογική ομιλία του. Άτομο με διαταραγμένη ψυχική υγεία τον πυροβόλησε τρεις φορές και μία από τις σφαίρες που σφηνώθηκε στην σπονδυλική του στήλη του προκάλεσε παράλυση από τη μέση και κάτω. Άλλοι στη θέση του θα είχαν αποσυρθεί. Ο Σόιμπλε δεν το έβαλε κάτω και αποδείχθηκε νικητής όχι μόνο της ζωής αλλά και της πολιτικής. Σήμερα είναι ο σημαντικότερος συνεργάτης της Μέρκελ αν και οι μεταξύ τους σχέσεις δεν είναι πάντα ιδανικές.