Η γεωπολιτική σημασία των όσων λέχθηκαν προχθες το βράδυ από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ υπέρ της Ελλάδας διαθέτει μια «κρυφή» πλευρά, που ίσως είναι σκόπιμο να φωτίσουμε στο άρθρο αυτό. Έχει σημασία να δούμε γιατί ο Πρόεδρος Obama αποφάσισε αυτή την ώρα να στηρίξει με τέτοιο τρόπο, ασυνήθη για τα διπλωματικά δεδομένα είναι αλήθεια, τον ελληνικό λαό και τη νέα του Κυβέρνηση:…….
…………
– Από πλευράς εξωτερικής πολιτικής, οι ΗΠΑ δεν βλέπουν ανταγωνιστικά τη Γερμανία. Όπως είχαμε και την ευκαιρία να αναδείξουμε σε παλαιότερο άρθρο, η Γερμανία δεν διαθέτει εξωτερική πολιτική, τέτοια τουλάχιστον που να φοβίζει τους Αμερικανούς. Η φοβική πολιτική που ακολούθησε το Βερολίνο στον πόλεμο με τη Λιβύη, τη Συρία, η παντελής της απουσία από τα γεγονότα που οδήγησαν στην αραβική άνοιξη αλλά και στην Ουκρανία, δείχνει έλλειψη άποψης και πολιτικής. Εξ άλλου, και ο γερμανικός στρατός (Bundeswehr) είχε πολύ χθαμαλές επιδόσεις στο Αφγανιστάν…
– Έτσι λοιπόν, η οικονομική ηγεμονία των Γερμανών μέσα στην Ευρώπη δεν ερμηνεύεται από την Ουάσιγκτων ως πιθανή να παρασύρει την υπόλοιπη Ευρώπη σε κοινή – γερμανικής εμπνεύσεως – εξωτερική πολιτική, πάντως όχι διαφορετική από εκείνη των ΗΠΑ/Βρετανίας σε διάφορες θερμές περιοχές του πλανήτη (π.χ. Ουκρανία, ISIS κλπ).
– Επίσης, οι ΗΠΑ γνωρίζουν τα περί ενεργειακής εξάρτησης του Βερολίνου από τη Ρωσία, καθώς και για τις «ειδικές της σχέσεις» με τη Ρωσία (αγορά ή έλεγχος ρωσικών πρώτων υλών που η γερμανική οικονομία έχει ανάγκη από τη μεγάλη της γείτονα). Οι εξαρτήσεις αυτές δεν τις φοβίζουν. Αντίθετα, θεωρούνται ότι αποτελούν μέρος του οικονομικού ανταγωνισμού, στον οποίο οι ίδιες οι ΗΠΑ είναι τόσο συνηθισμένες.
– Το πρόβλημα που διαβλέπουν οι ΗΠΑ με τη Γερμανία είναι αποκλειστικά η δύναμη που αποκτά το ευρώ σε σχέση με το δολάριο, άρα νομισματικής φύσης: Και εξηγούμαι:
# Από το 1944 έως το 1971 ίσχυσε η διεθνής Συμφωνία του Bretton Woods. Αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ, με κριτήριο την σταθερότητα της νομισματικής ισορροπίας στον κόσμο, σχεδίασαν και επέβαλαν τη Συμφωνία αυτή (οι συζητήσεις των τότε κρατών-μελών του νεοσύστατου ΟΗΕ έλαβαν χώρα στο Bretton Woods, έξω από την Ουάσιγκτων). Με τη Συμφωνία αυτή, οι ΗΠΑ κατόρθωσαν να επιβάλουν το νόμισμά τους ως το μόνο ανταλλακτικό νόμισμα (reserve currency) του δυτικού κόσμου, υποσχόμενες στα άλλα μέλη της Συμφωνίας πως θα μπορούσαν να ανταλλάξουν τα διαθέσιμά τους σε δολάρια με χρυσό που διέθετε το Fort Knox. Οι ΗΠΑ τότε διέθεταν τα 2/3 του παγκόσμιου χρυσού. Έτσι, η μεν αξία του δολαρίου στηριζόταν στον χρυσό, αλλά τα νομίσματα των άλλων κρατών στηρίζονταν στο δολάριο. Η αξία μιας ουγκιάς χρυσού στηρίχθηκε σε τιμή που είχε γίνει αποδεκτή το 1936 επί Roosevelt, δηλαδή $35/ουγκιά.
o Ωστόσο, η τιμή των $35/ουγκιά που έγινε δεκτή στο Bretton Woods δεν αποτελούσε αληθινό «gold standard» και έκλινε καταφανώς υπέρ των ΗΠΑ. Ένα αληθινό «goldstandard» σημαίνει πως η μετατρεψιμότητα ενός νομίσματος είναι ελεύθερη στον οποιονδήποτε – ιδιώτη, κεντρική Τράπεζα ή εταιρία. Στην περίπτωση του Breton Woods, μόνο κεντρικές Τράπεζες είχαν το δικαίωμα να μετατρέψουν τα δολάριά τους σε χρυσό, κάτι που έδινε πολλά περιθώρια πολιτικής πίεσης στις ΗΠΑ προς τις Κυβερνήσεις τρίτων κρατών. Οι μεν ΗΠΑ είχαν το δικαίωμα, βάσει της Συμφωνίας, να διακανονίζουν τις προς τρίτους υποχρεώσεις τους σε δολάρια, τα οποία μπορούσαν να τυπώνουν, και να τα στέλνουν σε κεντρικές Τράπεζες τρίτων χωρών, μειώνοντας έτσι την έκθεσή τους σε πιέσεις για μετατροπή τους σε χρυσό, μέχρις ότου και εάν οι κεντρικές αυτές Τράπεζες πράγματι θα ζητούσαν χρυσό για τα δολάριά τους. Με αυτόν τον τρόπο, οι ΗΠΑ ήλεγχαν τις εισροές/εκροές τους σε χρυσό.
# Ωστόσο, τα όσα έγιναν από το 1950 (πόλεμος στην Κορέα) μέχρι και σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, μόνο μυθιστορηματικά μπορούν να λεχθούν. Ενδιαφέρον έχει και ένα δημοσίευμα http://www.zerohedge.com/article/guest-post-original-dollar-crisis-and-how-it-led-todays-crisis-part-1 του Αμερικανού οικονομικού ιστορικού JohnLaw, που αξίζει να έχει κανείς την ώρα να το διαβάσει.
# Το 1971, η Κυβέρνηση των ΗΠΑ, με τις υπερβολικά μεγάλες στρατιωτικές δαπάνες (λόγω του πολέμου του Βιετνάμ αλλά και εν γένει του Ψυχρού Πολέμου), είχε απομακρυνθεί από το gold standard και τα αποθέματα χρυσού στο Fort Knox δεν ήταν αντίστοιχα του κυκλοφορούντος νομίσματος. Υπό την πίεση πολύ μεγάλων ανοιγμάτων, ο Nixon αναγκάστηκε να καταγγείλει τη Συμφωνία του Bretton Woods. Για να εξισορροπήσει τον κίνδυνο απαξίας του αμερικανικού νομίσματος, ο Paul Volker, τότε επί κεφαλής της Επιτροπής των Οικονομικών Συμβούλων του Nixon και μετέπειτα Πρόεδρος της Fed, πρότεινε και υλοποιήθηκαν τα εξής:
§ Όλα τα συμβόλαια των 23 βασικών προϊόντων της UNCTAD (commodities, κυρίαρχο των οποίων ήταν το πετρέλαιο), τα οποία εφεξής αμερικανικές εταιρίες θα υπέγραφαν με ξένα κράτη ή άλλες ξένες εταιρίες, θα έπρεπε να είναι πληρωτέα σε αμερικανικά δολάρια. Αυτό, στη συνέχεια, επιβλήθηκε πολιτικά και στις παραγωγές των βασικών προϊόντων χώρες, οι οποίες προσδιόριζαν την αξία του προϊόντος αποκλειστικά σε αμερικανικά δολάρια.
§ Αύξησε με διοικητικό τρόπο (μέσω Fed) το διατραπεζικό επιτόκιο (inter-banklending rate). Με αυτόν τον τρόπο, προκάλεσε τη δημιουργία ακριβού χρήματος (άρα οι αμερικανικές Τράπεζες αναγκάστηκαν να ανεβάσουν τόσο τα επιτόκια χορηγήσεων, όσο και τα επιτόκια καταθέσεων). Αυτά τα δελεαστικά επιτόκια καταθέσεων προσέλκυσαν στη συνέχεια έναν μεγάλο αριθμό ξένων κεφαλαίων, τα οποία εισέρρευσαν στις ΗΠΑ τα περισσότερα ως απλές καταθέσεις (με αποδόσεις σαφώς ανώτερες των όποιων χρηματο-οικονομικών επενδυτικών εργαλείων).
# Κατά συνέπεια, το ξένο συνάλλαγμα που εισέρρευσε στις ΗΠΑ, μαζί με τα συμβόλαια βασικών προϊόντων(commodity contracts), υποκατέστησαν τον χρυσό. Έκτοτε, στήριξαν και στηρίζουν μέχρι και σήμερα την αξία (value) του δολαρίου.
– Ο πληθωρισμός που ως παρενέργεια προκλήθηκε στις ΗΠΑ (αυτός από το 1971 που ήταν 3% έφτασε το 1979 να κυμαίνεται στο 17%), ελέγχθηκε επί προεδρίας Reagan. Και ελέγχθηκε μέσω του περιορισμού της κυκλοφορίας του νομίσματος από την Fed και απόσυρση μεγάλου μέρους δολαρίων από την αγορά.
– Συνεπώς, για τις ΗΠΑ, το να υπογράφονται όλα τα συμβόλαια βασικών αγαθών με ρήτρα δολαρίου συνεχίζει να αποτελεί το κρισιμότερο ζήτημα στη μεταπολεμική τους ιστορία, ζήτημα που αφορά στη στήριξη της αξίας του νομίσματός τους διεθνώς. Ειδάλλως καταρρέει.
– Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, στηρίζεται απόλυτα στις εξαγωγές της. Η χώρα αυτή οφείλει το 50% (!) του ΑΕΠ της στις εξαγωγές της. Αυτός ο αριθμός λέει πολλά. Η Κίνα οφείλει το 33% του ΑΕΠ της στις εξαγωγές της, ενώ οι ΗΠΑ το 5% μόνο (που σημαίνει πως εάν οι ΗΠΑ παράγουν 100 μονάδες, το 5% μόνο αυτών εξάγεται, το υπόλοιπο καταναλώνεται εσωτερικά).
– Κατά συνέπεια, για να στηρίξει την οικονομία της και τη δύναμή της που απέρρεε από αυτήν, η Γερμανία είχε πάντοτε δύο κατευθυντήριες πολιτικές:
# Πρώτον: Να αναζητήσει τρόπους αύξησης του ζωτικού της χώρου όπου θα προωθεί τα προϊόντα της (θυμάστε τη δεκαετία του 1990 που το ερώτημα ήταν: διεύρυνση της Ευρώπης πρώτα ή πρώτα εμβάθυνση και μετά διεύρυνση; Η απάντηση που τότε δόθηκε ήταν όχι η αναμενόμενη – δηλ. περισσότερη εμβάθυνση – αλλά άμεση διεύρυνση). Αυτό εξυπηρέτησε τις γερμανικές εξαγωγές, καθότι τους έδωσε τον απαραίτητο ζωτικό χώρο για να επεκταθούν.
# Δεύτερον: Πώς να αποφύγει τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και την περιβόητη «διολίσθηση» της ισοτιμίας μεταξύ νομισμάτων που προωθούσαν οι κεντρικές Τράπεζες των λοιπών ευρωπαϊκών κρατών. Τα γερμανικά προϊόντα, όσο η Ευρώπη δεν διέθετε ενιαίο νόμισμα, καθίσταντο εύκολα μη ανταγωνιστικά, καθώς άλλες ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις «μαλάκωναν» το νόμισμά τους, ακολουθώντας το γενικό κανόνα της «διολίσθησης» των δικών τους νομισμάτων έναντι του σκληρού μάρκου. Η απάντηση ήρθε με το ενιαίο νόμισμα, το ευρώ. Η σπουδή της Γερμανίας να επιβάλει τη διεύρυνση της Ευρώπης σε νέες ευρωπαϊκές χώρες, που δεν ήταν υποχρεωτικά στο ίδιο επίπεδο με τις υπόλοιπες, αλλά και η σπουδή της για το Maastricht, που αποτέλεσε την αρχή για το ενιαίο νόμισμα, αποτέλεσαν τις κρίσιμες αιτίες παντελούς έλλειψης αρχιτεκτονικής του ενιαίου νομίσματος, πώς δηλ, θα μπορούσε το ευρώ να ανταπεξέλθει σε καιρό κρίσεων. Και όλοι γνωρίζουμε τα αποτελέσματα της έλλειψης αυτής.
– Οι ΗΠΑ, λοιπόν, σήμερα, βλέπουν στο πρόσωπο της Γερμανίας – και όχι της Ευρώπης κατ’ ανάγκη – εν πολλοίς έναν αντίπαλο. Το ζήτημα που τους ενδιαφέρει περισσότερο είναι η πιθανότητα το ευρώ να αποτελέσει το «αντίβαρο», ένα ανταγωνιστικό νόμισμα, στο δολάριο και να το υποκαταστήσει ως το μόνο ανταλλακτικό διεθνές νόμισμα.
– Η Ευρώπη δεν έχει λόγο να προχωρήσει μόνη προς αυτή την κατεύθυνση, εάν δεν το προκαλέσει η ίδια η Γερμανία.
– Και η τελευταία είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που έχει λόγο. Εξάλλου, είναι η μόνη που στηρίζει το 50% του εθνικού της εισοδήματος στις εξαγωγές της.
– Το φυσικό επόμενο βήμα της Γερμανίας είναι να προσπαθήσει να υποκαταστήσει τη ρήτρα του δολαρίου με εκείνη του ευρώ, του οποίου ο έλεγχος περνά κυρίως από το Βερολίνο. Εάν το καταφέρει, τότε είναι απόλυτα φυσικό να μειωθεί παγκοσμίως ο ρόλος των ΗΠΑ, υπέρ της Γερμανίας (με την Ευρώπη ως θεραπαινίδα). Και ας μην ξεχνάμε πως σήμερα μόνο η αμερικανική οικονομία είναι 8 φορές μεγαλύτερη της κινεζικής και 13 φορές μεγαλύτερη της ευρωπαϊκής, λαμβανομένης ως σύνολο των 29.
– Ωστόσο, και οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν την εξαφάνιση του ευρώ. Τον έλεγχο της Γερμανίας επιδιώκουν, των πολιτικών της λιτότητας που έχει επιβάλει απ’ άκρου σε άκρο της ευρωπαϊκής ηπείρου, ώστε τα πράγματα να μην οδηγηθούν σε πανικό, την ώρα μάλιστα που και οι ΗΠΑ μόλις εξέρχονται από την βαθιά οικονομική κρίση.
– Έτσι, τυχόν έξοδος, τώρα, για οποιαδήποτε αιτία, ακόμα και ατύχημα, της Ελλάδας από το ευρώ είναι βέβαιο ότι θα έχει ανυπολόγιστες μεσο-μακροπρόθεσμες συνέπειες επί της γερμανικής οικονομίας, αλλά και επί της παγκόσμιας.
– Πάντως, ο τελευταίος που θα ήθελε να δει το πουλόβερ να ξηλώνεται από την Αθήνα, και να του μείνει το κουβάρι στο χέρι, είναι ο κ. Schauble.
– Αυτό οι ΗΠΑ δεν το παραγνωρίζουν. Και εκεί εστιάζουν την αντίθεσή τους στις γερμανικές πολιτικές, με συνεχείς συμβουλές προς το Βερολίνο να αλλάξει πολιτική και να ακολουθήσει τη δική τους, που ήταν το QE (ποσοτική χαλάρωση) από την πρώτη στιγμή.
– Υπό αυτή την οπτική γωνία θα πρέπει να ιδωθεί ο αναφορά του Προέδρου Obama υπέρ του ελληνικού λαού και της νέας Κυβέρνησής του. Γιατί δικαιώθηκε μέχρι στιγμής: η πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης που ακολούθησε – και την οποία επίμονα οι Γερμανοί αρνούνταν – πέρασε τις ΗΠΑ στην απέναντι όχθη και μόλις προχθές ο Αμερικανός Πρόεδρος αναφέρθηκε στο τέλος της αμερικανικής ύφεσης.
– Έτσι, ο κ. Τσίπρας, που στοιχηματίζει, φαίνεται πως θα κερδίσει το στοίχημα. Μαζί του ήδη έχει τις ΗΠΑ, αλλά και αρκετούς λαούς μέσα στην Ευρώπη, που ήδη έχουν αρχίσει να αποστασιοποιούνται από τις πολιτικές του Βερολίνου. Δεν είναι μόνο οι Έλληνες που υποφέρουν, αλλά και άλλοι λαοί.
– Γιατί εάν το 2012 το πρόβλημα ήταν δύσκολο, διότι ήταν οικονομικό, τώρα το πρόβλημα είναι ακόμα πιο δύσκολο για τη Γερμανία, γιατί είναι πολιτικό!